- πτελέα
- η бот. вяз
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
πτελέα — πτελέᾱ , πτελέα wild boar fem nom/voc/acc dual (ionic) πτελέᾱ , πτελέα wild boar fem nom/voc sg (attic doric ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πτελέᾳ — πτελέαι , πτελέα wild boar fem nom/voc pl (ionic) πτελέᾱͅ , πτελέα wild boar fem dat sg (attic doric ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πτελέα — Όνομα 7 οικισμών. 1. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 425 μ.) του νομού Δράμας. Είναι έδρα του ομώνυμου δήμου (28 τ. χλμ.), στον οποίο ανήκει και ένας άλλος μικρότερος οικισμός ο Καβαλάρης. 2. Oρεινός οικισμός (υψόμ. 520 μ.), στην πρώην επαρχία… … Dictionary of Greek
πτελέα — η βλ. φτελιά … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Κάτω Πτελέα — Ορεινός οικισμός (υψόμ. 800 μ., 70 κάτ.) του νομού Καστοριάς. Βρίσκεται στο δυτικό τμήμα του νομού, ΝΔ της πόλης της Καστοριάς. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Νεστορίου … Dictionary of Greek
πτελέας — πτελέᾱς , πτελέα wild boar fem acc pl (ionic) πτελέᾱς , πτελέα wild boar fem gen sg (attic doric ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πτελέαι — πτελέα wild boar fem nom/voc pl (ionic) πτελέᾱͅ , πτελέα wild boar fem dat sg (attic doric ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πτελέαν — πτελέᾱν , πτελέα wild boar fem acc sg (attic doric ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πτελεῶν — πτελέα wild boar fem gen pl (ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πτελέαις — πτελέα wild boar fem dat pl (ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πτελέαισιν — πτελέα wild boar fem dat pl (epic ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)